Χιώτη Ε. DVM, MSc, Κλινική των Ζώων Συντροφιάς, Τομέας Κλινικών Τμήμα Κτηνιατρικής ΑΠΘ
Αγγέλου Β. DVM, MSc, PhD, Κλινική Ζώων Συντροφιάς, Τομέας Κλινικών, Τμήμα Κτηνιατρικής Α.Π.Θ.
Χατζημίσιος Κ. DVM, MSc, PhD, MRCVS, Κλινική Ζώων Συντροφιάς, Τομέας Κλινικών, Τμήμα Κτηνιατρικής Α.Π.Θ.
Παπαδοπούλου Π. DVM, PhD, Κλινική Ζώων Συντροφιάς, Τομέας Κλινικών, Τμήμα Κτηνιατρικής Α.Π.Θ.
Παπάζογλου Λ.Γ. DVM, PhD, MRCVS, Κλινική Ζώων Συντροφιάς, Τομέας Κλινικών, Τμήμα Κτηνιατρικής Α.Π.Θ.

Λέξεις ευρετηρίου:
ουρήθρα, προηβική ουρηθροστομία, σκύλος

Περίληψη

Επτά σκύλοι διαφόρων φυλών, 6 αρσενικοί και 1 θηλυκός, διάμεσης ηλικίας 4 ετών, υποβλήθηκαν σε προηβική ουρηθροστομία με σκοπό την αντιμετώπιση τραυματικής ρήξης, στένωσης ή έμφραξης της ουρήθρας από λίθους. Η κλινική εικόνα των ζώων περιλάμβανε κυρίως συμπτώματα στραγγουρίας και ανουρίας. Η διαγνωστική διερεύνηση περιλάμβανε την απλή ακτινογραφία κοιλίας και την παλίνδρομη ουρηθρογραφία. Το στόμιο της ουρηθροστομίας κατέληξε παράπλευρα της ακροποσθίας σε 6 ζώα και στη μέση γραμμή σε 1 ζώο. Οι μετεγχειρητικές επιπλοκές περιλάμβαναν, την εμφάνιση αιματουρίας, ακράτειας ούρων, ουρολοίμωξης, περιστομιακής δερματίτιδας και ατονίας της κύστης. Κατά την μετεγχειρητική παρακολούθηση διάμεσης διάρκειας 4 ετών 2 σκύλοι απεβίωσαν από άλλη αιτία ενώ τα υπόλοιπα ζώα είναι σε πολύ καλή κλινική κατάσταση.

Εισαγωγή

Ουρηθροστομία ονομάζεται η χειρουργική εκτρο- πή της φυσιολογικής πορείας των ούρων διαμέσου της δημιουργίας μόνιμης στομίας με την καθήλωση της ουρήθρας στο δέρμα με ράμματα. Κυριότερες ενδείξεις για τη διενέργεια της επέμβασης αποτελούν η ρήξη ή δευτερογενής στένωση της ουρήθρας μετά από τραυματισμό ή χειρουργική επέμβαση, τα νεοπλάσματα της ουρήθρας και οι υποτροπιάζουσες ουρολιθιάσεις (Dean et al. 1990, Smeak 2000, Cuddy & McAlinden 2018).

  Η προηβική ουρηθροστομία (ΠΟΥ) αποτελεί μια επέμβαση που εφαρμόζεται σωστικά όπως σε περιστατικά επαναλαμβανόμενης απόφραξης και μόνιμης βλάβης ή στένωσης εξαιτίας τραυματισμού της ενδοπυελικής μοίρας της υμενώδους ουρήθρας. Ιδιαίτερα προτιμάται σε περιπτώσεις όπου οι άλλες μορφές ουρηθροστομίας αντενδείκνυνται ή έχουν αποτύχει (Yoshioka & Carb 1982, Brandley 1989, Dean et al. 1990, Smeak 2000, Cuddy & McAlinden 2018), καθώς και σε νεοπλάσματα της ουροφόρου οδού (Brandley 1989). Στηρίζεται στη διατομή της ουρήθρας και μεταφορά του στομίου της σε μια οπίσθια κοιλιακή θέση, πρόσθια ακριβώς του ηβικού οστού (Yoshioka & Carb 1982, Brandley 1989). Η χειρουργική τεχνική της επέμβασης αυτής, δεν είναι ιδιαίτερα απαιτητική, ωστόσο υπάρχει σημαντική πιθανότητα εμφάνισης μετεγχειρητικών επιπλοκών που τελικά περιορίζουν την εφαρμογή της στα μικρά ζώα και ιδιαίτερα στις γάτες (Baines et al. 2001). Η ΠΟΥ διενεργείται διαμέσου μέσης λαπαροτομής στην οπίσθια κοιλία με σκοπό την διατήρηση μεγαλύτερου μήκους φυσιολογικής ουρήθρας. Η διατομή της ουρήθρας στον αρσενικό σκύλο γίνεται περιφερικά του προστάτη και στον θηλυκό κοντά στον κόλπο. Η ουρήθρα καθηλώνεται στο δέρμα της μέσης κοιλιακής γραμμής στο θηλυκό σκύλο ή παράπλευρα της λαπαροτομής στον αρσενικό, διαμέσου αμβλείας γωνίας σε σχέση με την ουροδόχο κύστη (Yoshioka & Carb 1982, Brandley 1989, Dean et al. 1990, Smeak 2000, Cuddy & McAlinden 2018). Η ΠΟΥ στο σκύλο δεν έχει τύχει της απαραίτητης προσοχής στην αγγλόφωνη βιβλιογραφία σε αντίθεση με αυτήν της γάτας (Baines et al. 2001) αφού έχουν δημοσιευτεί μόνο 2 μελέτες με συνολικά πέντε περιστατικά (Yoshioka & Carb 1982, Brandley 1989).

  Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η περιγραφή της μακροχρόνιας έκβασης 7 σκύλων που υπο- βλήθηκαν σε ΠΟΥ. Πρόκειται για την μεγαλύτερη μελέτη που διενεργήθηκε σε νοσηλευτικό ίδρυμα και που αναφέρεται στη διεθνή βιβλιογραφία.

Υλικά και μέθοδοι

Για την εκπόνηση της παρούσας αναδρομικής μελέτης αναζητήθηκαν στα αρχεία της Κλινικής των Ζώων Συντροφιάς του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης οι φάκελοι των σκύλων που υποβλήθηκαν σε ΠΟΥ κατά το χρονικό διάστημα από τον Ιανουάριο 2000 μέχρι τον Δεκέμβριο 2021, με μετεγχειρητική παρακολούθηση τουλάχιστον 6 μηνών.

  Από τα δελτία των ζώων καταγράφηκαν και αξιολογήθηκαν τα παρακάτω δεδομένα: το φύλο, η φυλή, η ηλικία, το αίτιο προσκόμισης, τα συμπτώματα, τα απεικονιστικά ευρήματα (απλή ακτινογραφία κοιλίας και παλίνδρομη ουρηθρογραφία σε πλάγια και κοιλιοραχιαία προβολή), η χειρουργική επέμβαση, οι μετεγχειρητικές επιπλοκές και η εξέλιξη του περιστατικού. Πληροφορίες για την εξέλιξη του κάθε περιστατικού αντλήθηκαν και καταγράφηκαν ύστερα από τηλεφωνική επικοινωνία με τους ιδιοκτήτες των σκύλων ή τους παραπέμποντες κτηνιάτρους. Οι ιδιοκτήτες ή οι κτηνίατροι ρωτήθηκαν για την γενική κατάσταση του ζώου, το βαθμό ελέγχου της ούρησης, την επανεμφάνιση συμπτωμάτων δυσουρίας, τη συχνότητα εμφάνισης ουρολοιμώξεων και την παρουσία δερματικών αλλοιώσεων γύρω από την ουρηθροστομία.

  Οι χειρουργικές επεμβάσεις πραγματοποιήθηκαν όλες από τον ίδιο χειρουργό. Η προνάρκωση περιλάμβανε τη χορήγηση α2- αγωνιστών και οπιοειδών. Στα ζώα γινόταν προεγχειρητικά ενδοφλέβια χορήγηση κεφαζολίνης. Η εγκατάσταση της αναισθησίας γινόταν με χορήγηση προποφόλης και η διατήρηση της, με ισοφλουράνιο σε οξυγόνο. Στα ζώα γινόταν επισκληρίδια αναλγησία με μίγμα ξυλοκαίνης και βουπιβακαίνης ή μορφίνης. Μετά την αρχική αιμοδυναμική σταθεροποίηση με χορήγηση υγρών και ηλεκτρολυτών και υπό γενική αναισθησία, οι σκύλοι τοποθετούνταν σε ύπτια κατάκλιση και γινόταν προετοιμασία του χειρουργικού πεδίου από την ξιφοειδή απόφυση του στέρνου μέχρι το ηβικό οστό. Ακολουθούσε μέση λαπαροτομή στην οπίσθια κοιλία με τομή στο δέρμα παράπλευρα της ακροποσθίας (ή τομή στη μέση γραμμή για το θηλυκό). Ο προστάτης και η ουρήθρα αναγνωρίζονταν και η ουρήθρα παρασκευαζόταν με τυφλή διατομή του περιουρηθρικού λίπους μέχρι το πρόσθιο χείλος του ηβικού, με προσοχή ώστε να αποφευχθεί ο τραυματισμός των αγγείων και νεύρων (κλάδοι της ουρηθρικής αρτηρίας και του αιδοιϊκού νεύρου). Μετά από απολίνωση του περιφερικότερου τμήματος της ουρήθρας με ράμμα πολυδιοξανόνης 3/0 ακολούθησε η διατομή της πρόσθια της απολίνωσης. Ένα καθηλωτικό ράμμα τοποθετούνταν στο ελεύθερο άκρο της ουρήθρας με σκοπό το χειρισμό της. Η ουρήθρα εξωτερικεύονταν είτε μέσω της ήδη υπάρχουσας μέσης λαπαροτομής (θηλυκά), είτε μέσω μικρής τομής, ολικού πάχους που γινόταν παράπλευρα της ακροποσθίας (αρσενικά) και σε απόσταση 2-3 cm από τη μέση γραμμή. Η ουρήθρα διαπερνούσε τους μυς του κοιλιακού τοιχώματος, τον υποδόριο και το δέρμα διαγράφοντας μια ομαλή πορεία και αποφεύγοντας την κάμψη της, η οποία θα οδηγούσε σε στένωση και παρεμπόδιση της φυσιολογικής ροής του ούρου. Μετά την έξοδό της από το κοιλιακό τοίχωμα γινόταν επιμήκης τομή σε μήκος 1-2 cm στην ουρήθρα, τριπλάσιο της διαμέτρου της, στη μια πλευρά της ουρήθρας και συρράπτονταν ο βλεννογόνος της με το δέρμα με απλές χωριστές ραφές με ράμμα πολυαμίδης ή πολυπροπυλενίου 4-5/0. Πριν τη καθήλωση της ουρήθρας στο δέρμα γινόταν σύγκλειση της λαπαροτομής σε τρία στρώματα κατά τα γνωστά. Μετεγχειρητικά τοποθετούνταν στην ουρηθροστομία καθετήρας Foley σε κλειστό σύστημα συλλογής ούρου για την παρακολούθηση της ούρησης για τις επόμενες 48 ώρες. Τα ζώα μετεγχειρητικά νοσηλεύονταν στην εντατική μονάδα ή στο νοσηλευτήριο της Κλινικής. Η μετεγχειρητική φροντίδα ήταν κοινή για όλους τους σκύλους και περιλάμβανε: αναλγησία με μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη (ροβενακοξίβη, μελοξικάμη) και οπιοειδή (μορφίνη, φαιντανύλη, τραμαδόλη), εφαρμογή κολλάρου Ελισάβετ, χορήγηση αντιβιοτικού ευρέως φάσματος για 5 ημέρες και καθαρισμό της περιοχής περιφερικά του στομίου της ουρηθροστομίας. Σε κάποιες περιπτώσεις γινόταν και επάλειψη της περιοχής με αντιβιοτική αλοιφή. Η παρακολούθηση της ούρησης στη συνέχεια γινόταν μέσω καταγραφής της συχνότητας και της ποσότητας των ούρων, ώστε να είναι βέβαιο ότι το ζώο ουρεί πλέον, φυσιολογικά.

Αποτελέσματα

Τα κυριότερα στοιχεία της μελέτης παρατίθενται στον Πίνακα 1. Από τους 7 σκύλους που συμμετείχαν στην μελέτη οι 6 ήταν αρσενικοί και ένας ήταν θηλυκός, όλοι ακέραιοι. Τρεις σκύλοι ήταν Ελληνικοί ιχνηλάτες και οι υπόλοιποι ανήκαν στις φυλές ακαθόριστη, Pekingese, American Staffordshire Terrier και Ιταλικού ιχνηλάτη. Η διάμεση ηλικία των σκύλων την ημέρα προσκόμισης ήταν 4 έτη (εύρος 1-7 έτη) και το διάμεσο σωματικό βάρος των σκύλων ήταν 19,8kg (εύρος 3-28kg).

Προηβική ουρηθροστομία στο σκύλο

Πίνακας 1. Κλινικά δεδομένα 7 σκύλων που υποβλήθηκαν σε προηβική ουρηθροστομία.

  Οι λόγοι που οδήγησαν στην εφαρμογή της επέμβασης στους σκύλους της μελέτης ήταν η μετατραυματική πλήρης ρήξη της ουρήθρας σε 3 σκύλους (σε 1 στην πυελική μοίρα και σε 2 ραχιαία του οσχέου στην περινεϊκή χώρα διαμέσου ρήξης του πέους), η απόφραξη της πυελικής ουρήθρας, στο ύψος του ισχιακού τόξου λόγω λιθίασης και η αδυναμία αποκατάστασης της διαβατότητας συντηρητικά με καθετηριασμό και έκπλυση (σε 2 σκύλους), η αδυναμία ανεύρεσης του έξω στομίου της ουρήθρας λόγω ισχυρής κάμψης και πρόπτωσης πτυχής βλεννογόνου κόλπου τύπου ΙΙΙ σε 1 σκύλο και η μετατραυματική στένωση της πυελικής ουρήθρας λόγω κατάγματος λεκάνης σε 1 σκύλο. Στο σκύλο με την ολική πρόπτωση του κόλπου μετά τη διενέργεια της ουρηθροστομίας ακολούθησε εκτομή του προπίπτοντος τμήματος του κόλπου διαμέσου επισιοτομής.

  Τα περισσότερα περιστατικά παρουσίαζαν παρόμοια κλινική εικόνα, η οποία περιλάμβανε την εμφάνιση στραγγουρίας (4), αιματουρίας (2) και ανουρίας (3), ενώ ένας σκύλος ουρούσε διαμέσου ουρηθροδερματικού συριγγίου. Ο μοναδικός θηλυκός σκύλος, κατά την προσκόμιση, παρουσίαζε πρόπτωση κόλπου τύπου ΙΙΙ.

  Η διαγνωστική προσέγγιση περιλάμβανε ακτινογραφία κοιλίας σε όλα τα περιστατικά, την παλίνδρομη ουρηθρογραφία (περιστατικά 2, 4-7) καθώς και την χρήση υπερηχοτομογραφίας σε 1 (περιστατικό 6). Η παλίνδρομη ουρηθρογραφία κατέδειξε διαφυγή της σκιαγραφικής ουσίας εκτός των προβολικών ορίων της ουρήθρας ή αδυναμία προώθησης της σκιαγραφικής ουσίας στο ύψος του πρόσθιου χείλους του ηβικού λόγω λιθίασης. Το υπερηχοτομογράφημα κοιλίας διαπίστωσε την παρουσία λίθων στην ουροδόχο κύστη και στην πυελική ουρήθρα (περιστατικά 5, 6). Σε 2 σκύλους που παρουσίασαν ρήξη του πέους και της πεϊκής ουρήθρας, στο ύψος της περινεϊκής χώρας, διενεργήθηκε καθετηριασμός του κεντρικού τμήματος της ουρήθρας και η παλίνδρομη ουρηθρογραφία που ακολούθησε δεν κατέδειξε άλλες κακώσεις της ουρήθρας.

  Όλα τα περιστατικά αντιμετωπίστηκαν με ΠΟΥ, μετά από μέση λαπαροτομή, το στόμιο της οποίας κατέληγε στους αρσενικούς σκύλους 2-3 cm παράπλευρα της ακροποσθίας στην αριστερή ή δεξιά πλευρά, ενώ στο θηλυκό στη μέση γραμμή (Εικόνα 1).

Προηβική ουρηθροστομία στο σκύλο

Εικόνα1. Προηβική ουρηθροστομία σε θηλυκό σκύλο με εκβολή της στομίας στη μέση γραμμή. Ένας καθετήρας Foley τοποθετήθηκε στην ουρήθρα διαμέσου της στομίας. Η κεφαλή του σκύλου βρίσκε ται στα αριστερά της εικόνας. (πηγή εικόνας: Μάρα Παπαδοπούλου DVM).

  Τέλος από τους 7 σκύλους που υποβλήθηκαν στην επέμβαση, 3 παρουσίασαν μικρής έντασης αιματουρία, κατά τη διάρκεια και ανεξάρτητα της ούρησης, που προκλήθηκε από τον εκτεθειμένο βλεννογόνο της ουρήθρας λόγω της διατομής της και υποχώρησε εντός 4 ημερών, 2 παρουσίασαν ατονία της κύστης που αντιμετωπίστηκε με τοποθέτηση καθετήρα Foley για 4 ημέρες στον ένα σκύλο ενώ στον άλλο διήρκεσε 2 μήνες και μετά την αφαίρεση του καθετήρα αντιμετωπίστηκε με μηχανική κένωση διαμέσου του κοιλιακού τοιχώματος διάρκειας 2 μηνών, 2 παρουσίασαν ουρολοίμωξη από Staphylococcus intermedius που αντιμετωπίστηκε με τη χορήγηση αμοξικιλλίνης και κλαβουλανικού οξέος, με βάση τη δοκιμή ευαισθησίας, για 10 ημέρες, 2 παρουσίασαν υποτροπιάζουσες περιστομιακές δερματίτιδες (περιστατικό 2: 4 φορές και περιστατικό 7: 2 φορές) που αντιμετωπίστηκαν επιτυχώς με την τοπική εφαρμογή αλοιφής μουπιροσίνης για 15 ημέρες κάθε φορά και 2 παρουσίασαν ακράτεια ούρων (περιστατικά 5 και 6) που στον 1 (περιστατικό 6) ήταν παροδική και υποχώρησε σταδιακά από την επέμβαση εντός 7 ημερών ενώ στον άλλον ήταν μόνιμη.

  Μετά από διάμεση μετεγχειρητική παρακολούθηση 4 ετών (εύρος: 1,7-13 έτη, βλέπε Πίνακα 1) οι 2 σκύλοι απεβίωσαν από άλλη αιτία, ενώ τα υπόλοιπα ζώα βρίσκονται σε καλή κατάσταση.

Συζήτηση

Στην παρούσα εργασία 7 σκύλοι υπέστησαν ΠΟΥ λόγω τραυματικής ρήξης, απόφραξης ή στένωσης της ουρήθρας. Οι μετεγχειρητικές επιπλοκές ήταν ελαφρές και αντιμετωπίστηκαν όλες με συντηρητικά μέτρα. Μετά από διάμεση μετεγχειρητική παρακολούθηση διάρκειας 4 ετών το 70% των σκύλων βρίσκονταν εν ζωή σε καλή κατάσταση, ενώ 2 σκύλοι απεβίωσαν από άλλη αιτία. Πρόκειται για την μεγαλύτερη αναδρομική μελέτη στην βιβλιογραφία που προήλθε από τα αρχεία μιας κλινικής.

  Οι περισσότεροι σκύλοι στη παρούσα μελέτη ήταν αρσενικοί. Τα αποτελέσματά μας συμφωνούν με εκείνα άλλων συγγραφέων (Yoshioka & Carb 1982, Brandley 1989). Το γεγονός αυτό ερμηνεύεται αξιολογώντας τα αίτια που οδήγησαν στην επέμβαση αυτή. Τόσο η έμφραξη της ουρήθρας λόγω ουρόλιθου, που αποτέλεσε αίτιο για 2 σκύλους, όσο και οι τραυματισμοί της ουρήθρας από αγριογούρουνο ή αυτοκινητιστικό ατύχημα σε 4 σκύλους που παρατηρήθηκαν αφορούσαν αρσενικούς σκύλους. Η αυξημένη συχνότητα κάκωσης της ουρήθρας σε αρσενικά ζώα μπορεί να οφείλεται τόσο σε ανατομικά αίτια (μεγαλύτερο μήκος ουρήθρας και πιο επιφανειακή θέση) όσο και αίτια συμπεριφοράς των αρσενικών που συμβάλουν στο να είναι πιο επιρρεπή σε τραυματισμούς, που οδηγούν σε ρήξη ή διατομή της ουρήθρας. Η ουρήθρα του θηλυκού σκύλου είναι λιγότερο επιρρεπής στον τραυματισμό, επειδή είναι πιο ευκίνητη, πιο κοντή και δεν συνδέεται στενά με οστό (Anderson et al. 2006, Cuddy & McAlinden 2018). Επίσης, ανάμεσα στα ενδοαυλικά αίτια που μπορεί να οδηγήσουν σε έμφραξη της ουρήθρας, οι ουρόλιθοι είναι εκείνοι που είναι συχνότεροι στους αρσενικούς σκύλους (Stone & Barsanti 1992). Συγκεκριμένα, η ουρήθρα του αρσενικού σκύλου στο ύψος του ισχιακού τόξου, ακολουθεί μια απότομη αλλαγή στη πορεία της, καθώς αναδύεται από το έδαφος της πυελικής κοιλότητας και κατευθύνεται πρόσθια, κάτω από το κοιλιακό τοίχωμα. Επιπλέον, στο σημείο αυτό, η ουρήθρα περιβάλλεται από τον ισχιοσηραγγώδη και βολβοσηραγγώδη μυ. Ο συνδυασμός των παραγόντων αυτών καθιστά τη περιοχή του ισχιακού τόξου, πιο επιρρεπή στην έμφραξη από λίθους (Stone & Barsanti 1992). Στην δική μας μελέτη η αποτυχία αποκατάστασης της διαβατότητας της ουρήθρας οφείλονταν στον σταθερό εγκλωβισμό των λίθων στον αυλό της και στην αδυναμία προώθησής τους στην ουροδόχο κύστη μετά από καθετηριασμό και έγχυση φυσιολογικού ορού.

  Η κλινική εικόνα που παρουσίασαν η πλειονότητα των δικών μας περιστατικών (ανουρία, αιματουρία και σταγγουρία) συμφωνεί με τα ευρήματα άλλων συγγραφέων (Pechman 1982, Selcer 1982, Anson 1987, Cooley et al. 1999).

  H απεικόνιση εκλογής για τη διάγνωση της έμφραξης ή ρήξης της ουρήθρας είναι η παλίνδρομη ουρηθρογραφία (Pechman 1982, Selcer 1982, Cuddy & McAlinden 2018). Αυτή η μέθοδος χρησιμοποιήθηκε και στη δική μας μελέτη για τη διάγνωση της τραυματικής ρήξης της πυελικής ουρήθρας ή έμφραξης της πυελικής ουρήθρας από λίθους.

  Η αποκατάσταση της κάκωσης της ουρήθρας εξαρτάται από την σοβαρότητα, την χρονιότητα και την εντόπιση της κάκωσης (Cuddy & McAlinden 2018). Για την αποκατάσταση της ρήξης προτείνονται 3 τεχνικές που περιλαμβάνουν προσωρινή παράκαμψη της ρήξης και την επούλωση κατά δεύτερο σκοπό σε περίπτωση μερικής ρήξης, τελικοτελική αναστόμωση των κολοβωμάτων της ουρήθρας ή μόνιμη παράκαμψη με τη χρήση ουρηθροστομίας ή κυστεοστομίας με σωλήνα σε περιπτώσεις ολικής ρήξης (Pechman 1982, Yoshioka & Carb 1982, Brandley 1989, Anderson et al. 2006, Cuddy & McAlinden 2018). Η τελικο-τελική αναστόμωση της ουρήθρας έχει επιφυλακτική πρόγνωση λόγω εμφάνισης μετεγχειρητικής στένωσης του αυλού της (Layton et al. 1987). Η διέλευση μόνιμου καθετήρα διαμέσου της αναστόμωσης ή η κυστεοστομία με σωλήνα βρέθηκε ότι δεν επηρέασαν την επούλωση και δεν προκάλεσαν στένωση (Pechman 1982, Anderson et al. 2006). Στην παρούσα μελέτη σε 4 σκύλους διαγνώστηκε μετατραυματική ρήξη της πεϊκής ή πυελικής ουρήθρας, και στένωση της πυελικής μοίρας εξαιτίας κατάγματος. Λόγω της πιθανότητας μετεγχειρητικής στένωσης μετά από αναστόμωση και της μακροχρόνιας νοσηρότητας μετά από αναστόμωση διαμέσου μόνιμου καθετήρα προτιμήθηκε η παράκαμψη της ρήξης με τη χρήση ΠΟΥ. Η ουρήθρα καθηλώθηκε στο κοιλιακό τοίχωμα με αμβλεία γωνία σε σχέση με την ουροδόχο κύστη έτσι ώστε να αποτραπεί κάμψη της και απόφραξη του αυλού με αποτέλεσμα την επίσχεση της ούρησης. Ένας διογκωμένος προστάτης κατά την επέμβαση θα μπορούσε επίσης να εμποδίσει την εξωτερίκευση της ουρήθρας. Στις περιπτώσεις αυτές συνιστάται μερική προστατεκτομή για τη μείωση της τάσης κατά την αναστόμωση της ουρήθρας στο δέρμα (Cuddy & McAlinden 2018). Ωστόσο στην παρούσα μελέτη δεν χρειάστηκε να εφαρμοστεί ανάλογη τεχνική παρόλο που τα αρσενικά ζώα ήταν ακέραια, νεαρής ηλικίας αλλά χωρίς προστατομεγαλία. Στο θηλυκό σκύλο το στόμιο της ουρηθροστομίας διανοίγεται συνήθως στη μέση γραμμή, ενώ στα αρσενικά παράπλευρα ή εντός της κοιλότητας της ακροποσθίας (Yoshioka & Carb 1982, Brandley 1989, Pavletic & O’Bell 2007). Στη δική μας μελέτη η κατάληξη του στομίου της ΠΟΥ στο θηλυκό σκύλο έγινε στη μέση γραμμή και στους υπόλοιπους αρσενικούς σκύλους παράπλευρα της ακροποσθίας. Από τη μελέτη δεν φαίνεται κάποια από τα δύο σημεία εκβολής του στομίου να υπερτερεί έναντι του άλλου ως προς την έκβαση. Η μετεγχειρητική διέλευση καθετήρα Foley για 48 ώρες διαμέσου της στομίας συνιστάται για την αποσυμπίεση της κύστης και την αποφυγή διαβροχής της περιοχής της στομίας με ούρα (Yoshioka & Carb 1982, Brandley 1989, Stone & Barsanti 1992). Στη δική μας εργασία κρίθηκε απαραίτητη παραμονή του καθετήρα σε 1 σκύλο για περισσότερες ημέρες για την αντιμετώπιση της ατονίας της κύστης.

  Οι μετεγχειρητικές επιπλοκές της ΠΟΥ στο σκύλο όσο και στη γάτα που αναφέρονται στη βιβλιογραφία περιλαμβάνουν την αιματουρία, την ακράτεια, την ουρολοίμωξη, τη στένωση της στομίας, την περιστομιακή δερματίτιδα και την απόφραξη του αυλού λόγω κάμψης της ουρήθρας κατά την εξωτερίκευσή της (Yoshioka & Carb 1982, Baines et al. 2001). Στην παρούσα μελέτη η εμφάνιση με- τεγχειρητικής αιματουρίας, συχνή επιπλοκή όλων των τύπων ουρηθροστομίας, προκλήθηκε από τον χειρουργική διατομή της ουρήθρας και σταμάτησε αυτόματα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Η μετεγχειρητική ακράτεια μπορεί να προκληθεί από την βράχυνση της ουρήθρας ή τον τραυματισμό του αδοιϊκού πλέγματος κατά την επέμβαση ή τον τραυματισμό της ουρήθρας (Yoshioka & Carb 1982, Baines et al. 2001). Στην παρούσα μελέτη η μετεγχειρητική εμφάνιση ακράτειας που προκλήθηκε σε 2 σκύλους με μη ανατάξιμη απόφραξη της ουρήθρας λόγω λιθίασης, αποδόθηκε σε προσωρινή ή μόνιμη κάκωση του αιδοιϊκού πλέγματος κατά τη διατομή του ραχιαίου τμήματος της ουρήθρας με αποτέλεσμα σε 1 σκύλο η ακράτεια να είναι μόνιμη. Η ΠΟΥ προκαλεί βράχυνση της λειτουργικής ουρήθρας και προδιαθέτει σε ανιούσα ουρολοίμωξη (Dean et al. 1990). Στην μελέτη μας ουρολοιμώξεις παρουσιάστηκαν σε 2 σκύλους που αντιμετωπίστηκαν με την κατάλληλη διαδικασία και αγωγή. Δεν είναι γνωστό αν οι λοιμώξεις προϋπήρχαν της επέμβασης ή εμφανίστηκαν μετεγχειρητικά. Η περιστομιακή δερματίτιδα και νέκρωση του δέρματος αποτελεί συχνή επιπλοκή της ΠΟΥ στη γάτα ενώ αναφέρεται σπανιότερα στο σκύλο (Yoshioka & Carb 1982, Brandley 1989). H ακράτεια των ούρων, η στραγγουρία μετά από στένωση της ΠΟΥ και η δερματίτιδα των πτυχών σε παχύσαρκες γάτες αναφέρονται ως πιθανά αίτια στα μικρά ζώα (Yoshioka & Carb 1982, Brandley 1989, Baines et al. 2001). Η διόρθωση των αιτίων και η διάνοιξη της ουρηθροστομίας εντός της κοιλότητας της ακροποσθίας θα μπορούσαν να μειώσουν τις πιθανότητες εμφάνισης της επιπλοκής αυτής (Brandley 1989). Στην δική μας εργασία η τοπική εφαρμογή αντιμικροβιακής αλοιφής σε 2 σκύλους οδήγησε στην υποχώρηση του προβλήματος. Η ατονία της κύστης αποτελεί συχνή συνέπεια της μακροχρόνιας διάτασης και κάκωσης του εξωστήρα μυός λόγω απόφραξης της ουρήθρας από λίθους (Stone & Barsanti 1992). Η στένωση τέλος αποτελεί μια σοβαρή επιπλοκή της ΠΟΥ που οφείλεται στην πλημμελή ατραυματική τεχνική κατά την διατομή των ιστών, στη μη επαρκή επιμήκη τομή στη μια πλευρά της ουρήθρας, στην αυξημένη τάση στην περιοχή της αναστόμωσης της ουρήθρας με το δέρμα και στην μη καλή συμπλησίαση της ουρήθρας στο δέρμα κατά τη συρραφή της (Yoshioka & Carb 1982, Brandley 1989, Dean et al. 1990, Baines et al. 2001, Cuddy & McAlinden 2018) Στην εργασία μας κανένας από τους σκύλους δεν παρουσίασε μετεγχειρητική στένωση της ΠΟΥ.

  Οι περιορισμοί της παρούσας μελέτης περιλαμβάνουν τον αναδρομικό της χαρακτήρα, τα ελλιπή στοιχεία των φακέλων των περιστατικών, τη μη ομοιογένεια των περιστατικών σε σχέση με την αιτία προσκόμισης και το μικρό αριθμό των σκύλων που μελετήθηκαν.

 Συμπερασματικά η ΠΟΥ στο σκύλο αποτελεί σωστική τεχνική για την παράκαμψη της κατώτερης ουροφόρου οδού εξαιτίας της απώλειας λειτουργικότητάς της λόγω απόφραξης ή ρήξης της ουρήθρας. Η επέμβαση εκτελείται χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία με όχι σοβαρές μετεγχειρητικές επιπλοκές.

Σύγκρουση συμφερόντων
Οι συγγραφείς δηλώνουν ότι δεν υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων.

Βιβλιογραφία

  • Anderson RB, Aronson LR, Drobatz KJ, Atilla A (2006) Prognostic factors for successful outcome following urethral rupture in dogs and cats. J Am Anim Hosp Assoc 42, 136-146.

  • Anson LW (1987) Urethral trauma and principles of urethral surgery. Compend Contin Educ Pract Vet 9, 981-988.

  • Baines SJ, Rennie S, White RAS (2001) Prepubic urethrostomy: a long-term study in 16 cats.Vet Surg 30, 107-113.

  • Brandley RL (1989). prepubic urethrostomy. Prob Vet Med 1, 120-127.

  • Cooley AJ, Waldron DR, Smith MM, Saunders GK, Troy GC, Barber DL (1999) The effects of indwelling transurethral catheterization and tube cystostomy on urethral anastomoses in dogs. J Am Anim Hosp Assoc 35, 341-347.

  • Cuddy LC, McAlinden AB (2018) Urethra. In: S.A. Johnston & K.M. Tobias, eds. Veterinary Surgery Small Animal. 2nd ed. Elsevier, St Louis, pp. 2234-2253.

  • Dean PW, Hedlund CS, Lewis DD, Bojrab MJ (1990) Canine urethrotomy and urethrostomy. Compend Contin Educ Pract Vet 12, 1541-1554.

  • Layton CE, Ferguson HR, Cook JE, Guffy MM (1987) Intrapelvic urethral anastomosis: a comparison of three techniques. Vet Surg 16, 175-182.

  • Pechman RD (1982) Urinary trauma in dogs and cats: a review J Am Anim Hosp Assoc 18, 33-40.

  • Pavletic MM, O’Bell SA (2007) Subtotal penile amputation and preputial urethrostomy in a dog. J Am Vet Med Assoc 230, 375-377.

  • Selcer BA (1982) Urinary tract trauma associated with pelvic trauma J Am Anim Hosp Assoc 18, 785-793.

  • Smeak DD (2000) Urethrotomy and urethrostomy in the dog Clin Tech Small Anim Pract 15, 25-34.

  • Stone EA, Barsanti JA (1992) Specific Techniques in urologic surgery, In: Stone EA & Barsanti JA eds. Urologic Surgery of the Dog and Cat, Lea and Febiger, Philadelphia, pp. 116-197.

  • Yoshioka MM, Carb A (1982) Antepubic urethrostomy in the dog. J Am Anim Hosp Assoc 18, 290-294.

Υπεύθυνος αλληλογραφίας:
Λυσίμαχος Γ. Παπάζογλου
e-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

 

Επικοινωνία

Ιατρική Ζώων Συντροφιάς

Πύργος Απόλλων
Λουΐζης Ριανκούρ 64
115 23 Αθήνα
Τηλ: 2107759727
Fax: 2107753460
iatrikizs@hcavs.gr

Χορηγός Επικοινωνίας

 
diagnovet